Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

«Ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἰκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεὸς» (Λουκ. η´39)

Μὲ τὴν ψυχὴ πλημμυρισμένη ἀπὸ εὐγνωμοσύνη ὁ θεραπευθείς «ἐδέετο» πρὸς τὸν Σωτήρα «εἶναι σύν αὐτῷ» (Λουκ. η´ 38). Καὶ εἶχε κάθε λόγον νὰ θέλη νὰ μένη πλησίον τοῦ Χριστοῦ. Ὑπῆρξε δι᾽ αὐτὸν ὁ Κύριος, ὁ μέγιστος εὐεργέτης, ὁ ὁποῖος τὸν ἀπήλλαξε ἀπὸ τὴν τυραννικὴν κυριαρχίαν ... καὶ ἀπὸ τὴν ἀθλίαν καὶ ἀξιοδάκρυτον ἐκείνην κατάστασιν. Ἐνῶ τὸ νὰ μένη μαζὶ μὲ τὸν Χριστόν, νὰ ἀκούη τὴν φωνὴν ἐκείνην, ἡ ὁποία τὸν ἀπελευθέρωσε ἀπὸ τὴν σκληράν δουλείαν, εἶχε τὴν πεποίθηση ὅτι θὰ ἦτο δι’ αὐτὸν μεγάλη ἀσφάλεια καὶ εὐτυχία, θὰ μποροῦσε καὶ αὐτὸς νὰ ἐπαναλάβη τὸ τοῦ Πέτρου: «... καλὸν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι» (Ματθ. ιζ´4).

Ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν ἄρνησιν τοῦ Κυρίου νὰ πραγματοποιήση τὸν πόθον τοῦ θεραπευθέντος, ὑπάρχει βάθος σοφίας καὶ σκοπιμότητος… Δὲν κατακρίνει ὁ Κύριος τὴν ἐπιθυμία τοῦ ἰαθέντος νὰ μένη πλησίον του. Ὑποδεικνύει ὅμως εἰς αὐτὸν τρόπον ζωῆς καὶ συμπεριφορᾶς, ἡ ὁποία ἐνῶ ἐκ πρώτης ὄψεως δὲν θὰ ἱκανοποιῆ τὴν ἐπιθυμία του νὰ εἶναι μαζὶ μὲ τὸν Κύριον, ὅμως θὰ προξενοῦσε ἀνέκφραστη χαρά καὶ ψυχική ἱκανοποίηση, θὰ ἐφείλκυε δὲ πλουσιωτέραν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ. «Ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκον σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός».

***
Ἡ ἐντολὴ αὐτὴ ἀπέβλεπε ἐν πρώτοις εἰς τὸ νὰ ἐνισχύση τὴν πίστιν τοῦ θεραπευθέντος. Τὸ νὰ μένη κοντὰ εἰς τὸν Κύριον συνεχῶς θὰ τὸν ἔκανε νὰ ὑποτάσσεται οὕτως εἰπεῖν ἀναγκαστικῶς, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε καὶ αὐτὸς νὰ βαδίζη, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διά πίστεως καὶ ὄχι διὰ εἴδους. (Β´ Κορινθ. ε´7).
Εἶναι καθῆκον βέβαια ἡ εὐλάβεια καὶ ὁ σεβασμὸς κατὰ τὴν ὥραν τῆς λατρείας, ὅταν εὐρισκώμεθα εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ. Καὶ πολὺ περισσότερο ὅταν πλησιάζωμε διὰ νὰ κοινωνήσωμε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Ἀλλά τὰ αἰσθήματα αὐτὰ δὲν πρέπει νὰ μᾶς συνέχουν μόνον κατὰ τίς ὧρες αὐτές. Καὶ ὅταν φύγωμε ἀπὸ τὸν Ναὸν τοῦ Θεοῦ καὶ εἰς τὴν οἰκογενειακή μας ζωὴ καὶ εἰς τίς κοινωνικές μας ὑποχρεώσεις καὶ εἰς τὸν ἐπαγγελματικό μας βίο, παντοῦ ὅπου καὶ ἂν βρεθοῦμε πρέπει νὰ ἐμπνεώμεθα ἀπὸ τὰ αὐτὰ ἱερὰ αἰσθήματα, ὁπότε πραγματικῶς θὰ ἀποδεικνύεται ὅτι εἴμεθα ἀληθινοὶ ὀπαδοὶ τοῦ Κυρίου!
***
Ἀλλά καὶ πρὸς τὴν θέλησιν τοῦ ἰαθέντος ἀπέβλεπε ἡ δοθεῖσα εἰς αὐτὸν ἐντολή.  Διότι  χωρὶς  τὴν  αἰσθητὴν  παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ ὁ θεραπευθείς θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπιστρατεύη ὅλην τὴν δύναμιν τῆς θελήσεώς του διὰ νὰ ἐπιβάλλεται εἰς τοὺς φόβους του καὶ τίς ἀδυναμίες του. Εἶναι καὶ αὐτὸ θεοδίδακτος μέθοδος τῆς καλῆς ἀγωγῆς.
Καὶ ἡμεῖς ἑπομένως, ὅταν νομίζωμε ὅτι μᾶς πταίει τὸ περιβᾶλλον καὶ μᾶς βασανίζουν φόβοι διάφοροι, ἂς μὴ ζητοῦμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ διορθώσουν τὴν συμπεριφορὰ των ἀπέναντί μας. Καὶ ἂς μὴ προφασιζώμεθα δῆθεν τὰ «νεῦρα» μας. Ἀλλά ἂς σκεπτώμεθα ὅτι ἔχομε θέλησιν ἐλευθέραν, τὴν ὁποία πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦμε καὶ νὰ ἐπιβαλλώμεθα εἰς τὸν ἑαυτόν μας καὶ νὰ κυριαρχοῦμε ἐπὶ τῶν ἀδυναμιῶν μας.
***
Ἐπὶ πλέον ὁ Κύριος, μὲ τὴν ἐντολὴν «ὑπόστρεφε...» ἤθελε νὰ παιδαγωγήση καὶ τὸ συναίσθημα τοῦ θεραπευθέντος. Εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸν δὲν εἶναι τὸ νὰ μένη κανεὶς πλησίον τοῦ Χριστοῦ, ἱκανοποιούμενος ὁ ἴδιος συναισθηματικῶς, μελετῶν μόνος τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Χριστὸν εἶναι νὰ ἐργαζώμεθα διὰ τὸν Χριστόν. Δι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἀντὶ τοῦ «εἶναι σὺν αὐτῷ», ὅπως παρεκάλει ὁ θεραπευθείς, τοῦ δίδει τὴν ἐντολὴν «ὑπόστρεφε καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός». Ἄριστος δηλαδὴ τρόπος ἱκανοποιήσεως τῶν θεαρέστων πόθων μας εἶναι νὰ ἐκτελοῦμε τὸ καθῆκον, τὸ ὁποῖον μᾶς ὑποδεικνύει ὁ Κύριος. «... Ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου... (Ἰωάν. ιδ´21), «πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ’ αὐτῷ ποιήσωμεν» (Ἰωάν. ιδ´29).
***
Μήπως ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγε «Ηὐχόμην γάρ αὐτός ἐγώ ἀνάθεμα εἶναι ἀπό τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μου...». (Ρωμ. θ´, 3), μήπως θὰ ἐχωρίζετο πράγματι ἀπὸ τὸν Χριστόν; Ὁ ἴδιος διεβεβαίωνε ὅτι «οὔτε ὕψωμα, οὔτε βάθος, οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπό τῆς ἀγἀπης τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. η´, 39) ἔστω καὶ ἂν τὸ αἴσθημα τῆς πρὸς τοὺς ὁμοεθνεῖς του ἀγάπης, τοῦ ἔβαλλεν εἰς τὸ στόμα τοὺς λόγους αὐτούς. Τὸ νὰ συμμορφώνεται λοιπὸν κανεὶς πρὸς τὰς ἐντολάς τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ μοναδικός τρόπος διὰ νὰ αἰσθάνεται ἄρρητον χαρὰν καὶ εὐχαρίστησιν.
Τί καὶ ἂν τὸ πλοῖον, εἰς τὸ ὁποῖον ἐπέβαινεν ὁ Κύριος ἀπεμακρύνετο ἀπὸ τὴν παραλίαν καὶ ὁ θεραπευθείς ἔμεινε μόνος εἰς τὴν ξηρὰν; Μόνος; Ὄχι. Διότι ἐφ’ ὅσον θὰ συνεμορφώνετο πρὸς τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου «ὑπόστρεφε καὶ διηγοῦ...» ὁ Κύριος θὰ ἦτο ἀοράτως μαζί του. Καὶ ὅσο περισσότερο αὐτὸς θὰ συνεμορφώνετο πρὸς τὰς ἐντολάς Του τόσον καὶ ἡ παντοδύναμος καὶ ἁγιαστικὴ χάρις τοῦ Κυρίου θὰ τὸν ἐνίσχυε εἰς τὸν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς, παρέχουσα ἀνέκφραστον βοήθειαν καὶ ἱκανοποίησιν ἕως τῆς ἡμέρας, καθ’ ἢν ὄχι πλέον «διὰ πίστεως» ἀλλὰ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον θὰ ἔβλεπε τὸν φιλάνθρωπον Λυτρωτὴν του ἐν τῆ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
+Α.Ε.Μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου